Δευτέρα

ΟΙ ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΕΣ




Τότε ο κύριος τους είπε για τη βασιλεία των ουρανών,

Και την παραβολή με τις δέκα κοπέλες που πήραν τα λυχνάρια τους και βγήκαν για να προϋπαντήσουν το γαμπρό που ερχόταν.

Οι πέντε απ’ αυτές ήταν μυαλωμένες, οι άλλες πέντε ήταν επιπόλαιες. Αυτές οι ασυλλόγιστες, αφού πήραν τα λυχνάρια τους, ξέχασαν να πάρουν μαζί τους και λάδι, οι γνωστικές όμως πήραν.

«Επειδή αργούσε να έρθει ο γαμπρός, νύσταξαν όλες και κοιμήθηκαν. Κατά τα μεσάνυχτα όμως ακούστηκε δυνατή φωνή να λέει: Να, έρχεται ο γαμπρός. Βγείτε να τον προϋπαντήσετε.»

Τότε σηκώθηκαν όλες οι κοπέλες και τακτοποίησαν τα λυχνάρια. Οι άμυαλες είπαν στις μυαλωμένες: Δώστε μας από το λάδι σας, γιατί θα σβήσουν τα λυχνάρια μας.

Αλλά οι φρόνιμες αποκρίθηκαν: Δεν μπορούμε να σας δώσουμε, γιατί μπορεί να μη φτάσει και για μας το λάδι, πηγαίνετε ν’ αγοράσετε.

Ενώ όμως εκείνες πήγαιναν ν’ αγοράσουν, έφτασε ο γαμπρός και οι κοπέλες που ήταν έτοιμες μπήκαν μαζί του στο γάμο και έκλεισε η πόρτα.

Ύστερα από λίγο έφτασαν και οι άλλες και έλεγαν: Κύριε, άνοιξε μας.

Αυτός όμως αποκρίθηκε και είπε: Αλήθεια δε σας γνωρίζω.


«Προσέχουμε λοιπόν, και φροντίζουμε να είμαστε πάντα έτοιμοι. Δε μπορούμε να ξέρουμε την ημέρα ούτε την ώρα, που θα έρθει ο Υιός του ανθρώπου.»